Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

παράτασις
παρατάσσω
παρατατικός
παραταυτότης
παρατείνω
παρατειχίζω
παρατείχισμα
παρατεκταίνομαι
παρατελευταῖος
παρατελευτάω
παρατελωνέομαι
παρατέμνω
παρατεταγμένως
παρατεταμένως
παρατετηρημένως
παρατεχνολογέω
παρατηρέω
παρατήρημα
παρατήρησις
παρατηρητέον
παρατηρητής
View word page
παρατελωνέομαι
cheat the revenue

ShortDef

cheat the revenue

Debugging

Headword:
παρατελωνέομαι
Headword (normalized):
παρατελωνέομαι
Headword (normalized/stripped):
παρατελωνεομαι
IDX:
66328
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-66329
Key:

Data

{'content': 'cheat the revenue'}