Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
Παρασώπιος
παρασωρεύω
παραταγή
παραταιναρίζω
παρατάνυσμα
παράταξις
παραταράσσω
παράτασις
παρατάσσω
παρατατικός
παραταυτότης
παρατείνω
παρατειχίζω
παρατείχισμα
παρατεκταίνομαι
παρατελευταῖος
παρατελευτάω
παρατελωνέομαι
παρατέμνω
παρατεταγμένως
παρατεταμένως
View word page
παραταυτότης
spurious
ShortDef
spurious
Debugging
Headword:
παραταυτότης
Headword (normalized):
παραταυτότης
Headword (normalized/stripped):
παραταυτοτης
IDX:
66321
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-66322
Key:
Data
{'content': 'spurious'}