Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
παρασφάλισμα
παρασφάλλω
παρασφήνιον
παρασφηνόω
παρασφίγγω
παρασφραγίζω
παρασφραγισμός
παρασφύριος
παράσφυρος
παρασχάζω
παρασχεδόν
παράσχεσις
παρασχετέον
παρασχηματιαῖον
παρασχηματίζω
παρασχηματισμός
παρασχίδες
παρασχίζω
παρασχιστής
παρασχιστικός
παρασχοινίζω
View word page
παρασχεδόν
beside, near
ShortDef
beside, near
Debugging
Headword:
παρασχεδόν
Headword (normalized):
παρασχεδόν
Headword (normalized/stripped):
παρασχεδον
IDX:
66299
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-66300
Key:
Data
{'content': 'beside, near'}