Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

παρασυνεργός
παρασύνεσις
παρασυνήθως
παρασύνθετος
παρασύνθημα
παρασυνίσταμαι
παρασυρίζω
παράσυρμα
παρασύρω
παρασφαγίς
παρασφάζω
παρασφαλής
παρασφαλίζω
παρασφάλισμα
παρασφάλλω
παρασφήνιον
παρασφηνόω
παρασφίγγω
παρασφραγίζω
παρασφραγισμός
παρασφύριος
View word page
παρασφάζω
wound in the side

ShortDef

wound in the side

Debugging

Headword:
παρασφάζω
Headword (normalized):
παρασφάζω
Headword (normalized/stripped):
παρασφαζω
IDX:
66286
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-66287
Key:

Data

{'content': 'wound in the side'}