Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

παρασυνάγχη
παρασυναγωγή
παρασύναξις
παρασυναπτικός
παρασυνάπτομαι
παρασυνεργός
παρασύνεσις
παρασυνήθως
παρασύνθετος
παρασύνθημα
παρασυνίσταμαι
παρασυρίζω
παράσυρμα
παρασύρω
παρασφαγίς
παρασφάζω
παρασφαλής
παρασφαλίζω
παρασφάλισμα
παρασφάλλω
παρασφήνιον
View word page
παρασυνίσταμαι
to be at one's side

ShortDef

to be at one's side

Debugging

Headword:
παρασυνίσταμαι
Headword (normalized):
παρασυνίσταμαι
Headword (normalized/stripped):
παρασυνισταμαι
IDX:
66281
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-66282
Key:

Data

{'content': "to be at one's side"}