Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
παρασυζεύγνυμι
παρασυκοφαντέω
παρασυλλέγομαι
παρασυλλογιστικός
παρασυμβάλλομαι
παρασύμβαμα
παρασυνάγχη
παρασυναγωγή
παρασύναξις
παρασυναπτικός
παρασυνάπτομαι
παρασυνεργός
παρασύνεσις
παρασυνήθως
παρασύνθετος
παρασύνθημα
παρασυνίσταμαι
παρασυρίζω
παράσυρμα
παρασύρω
παρασφαγίς
View word page
παρασυνάπτομαι
to be connected by a causal particle
ShortDef
to be connected by a causal particle
Debugging
Headword:
παρασυνάπτομαι
Headword (normalized):
παρασυνάπτομαι
Headword (normalized/stripped):
παρασυναπτομαι
IDX:
66275
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-66276
Key:
Data
{'content': 'to be connected by a causal particle'}