Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

παραστοχάζομαι
παράστραβος
παραστρατεύομαι
παραστρατηγέω
παραστρατηγία
παραστρατοπεδεύω
παράστρεμμα
παραστρέφω
παραστρόγγυλος
παραστροφή
παραστύφω
παρασυγγραφέω
παρασυγχέω
παρασυγχωρέω
παρασυζεύγνυμι
παρασυκοφαντέω
παρασυλλέγομαι
παρασυλλογιστικός
παρασυμβάλλομαι
παρασύμβαμα
παρασυνάγχη
View word page
παραστύφω
to be rather astringent

ShortDef

to be rather astringent

Debugging

Headword:
παραστύφω
Headword (normalized):
παραστύφω
Headword (normalized/stripped):
παραστυφω
IDX:
66261
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-66262
Key:

Data

{'content': 'to be rather astringent'}