Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

παρασκήπτω
παρασκιάζω
παρασκιρτάω
παρασκοπέω
παρασκώπτω
παρασμήχω
παρασοβέω
παρασοφίζομαι
παρασόφισμα
παρασπάς
παράσπασις
παρασπασμός
παρασπάω
παρασπειράομαι
παρασπείρω
παρασπίζω
παρασπιστής
παρασπόνδειος
παρασπονδέω
παρασπόνδημα
παρασπόνδησις
View word page
παράσπασις
dragging away

ShortDef

dragging away

Debugging

Headword:
παράσπασις
Headword (normalized):
παράσπασις
Headword (normalized/stripped):
παρασπασις
IDX:
66211
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-66212
Key:

Data

{'content': 'dragging away'}