Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀνατέμνω
ἀνατεταμένως
ἀνατήκω
ἀνάτηξις
ἀνατί
ἀνατίθημι
ἀνατίκτω
ἀνατιμάω
ἀνατιναγμός
ἀνατινάσσω
ἀνατιταίνω
ἀνατιτράω
ἀνάτλημα
ἀνατλῆναι
ἀνατμητικός
ἀνατμίζομαι
ἀνατοιχέω
ἀνατοκισμός
ἀνατολάς
ἀνατολή
ἀνατολικός
View word page
ἀνατιταίνω
brandish

ShortDef

brandish

Debugging

Headword:
ἀνατιταίνω
Headword (normalized):
ἀνατιταίνω
Headword (normalized/stripped):
ανατιταινω
IDX:
6619
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-6620
Key:

Data

{'content': 'brandish'}