Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

παρασκέλια
παρασκέπασμα
παρασκεπάστρα
παρασκέπω
παρασκευάζω
παρασκεύασμα
παρασκευαστέος
παρασκευαστής
παρασκευαστικός
παρασκευαστός
παρασκευή
παρασκηνάω
παρασκήνιον
παρασκηνόω
παρασκήπτω
παρασκιάζω
παρασκιρτάω
παρασκοπέω
παρασκώπτω
παρασμήχω
παρασοβέω
View word page
παρασκευή
preparation

ShortDef

preparation

Debugging

Headword:
παρασκευή
Headword (normalized):
παρασκευή
Headword (normalized/stripped):
παρασκευη
IDX:
66197
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-66198
Key:

Data

{'content': 'preparation'}