Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

παράσιτος
παρασιωπάω
παρασιώπησις
παρασιωπητέον
παρασκαίρω
παρασκάπτω
παρασκελής
παρασκέλια
παρασκέπασμα
παρασκεπάστρα
παρασκέπω
παρασκευάζω
παρασκεύασμα
παρασκευαστέος
παρασκευαστής
παρασκευαστικός
παρασκευαστός
παρασκευή
παρασκηνάω
παρασκήνιον
παρασκηνόω
View word page
παρασκέπω
cover at the side

ShortDef

cover at the side

Debugging

Headword:
παρασκέπω
Headword (normalized):
παρασκέπω
Headword (normalized/stripped):
παρασκεπω
IDX:
66190
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-66191
Key:

Data

{'content': 'cover at the side'}