Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
παραρπάζω
παραρραθυμέω
παραρραίνω
παραρράπτομαι
παραρρέγχω
παραρρέω
παραρρήγνυμι
παράρρηξις
παράρρησις
παραρρητός
παραρριγόω
παραρρινάω
παραρρίπτω
παραρροή
παραρροιζέομαι
παράρροος
παράρρυθμος
παραρρυΐσκομαι
παράρρυμα
παραρρυπόω
παραρτάομαι
View word page
παραρριγόω
freeze beside
ShortDef
freeze beside
Debugging
Headword:
παραρριγόω
Headword (normalized):
παραρριγόω
Headword (normalized/stripped):
παραρριγοω
IDX:
66135
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-66136
Key:
Data
{'content': 'freeze beside'}