Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

παράρθρησις
παραριθμέω
παραρίθμησις
παραρπάζω
παραρραθυμέω
παραρραίνω
παραρράπτομαι
παραρρέγχω
παραρρέω
παραρρήγνυμι
παράρρηξις
παράρρησις
παραρρητός
παραρριγόω
παραρρινάω
παραρρίπτω
παραρροή
παραρροιζέομαι
παράρροος
παράρρυθμος
παραρρυΐσκομαι
View word page
παράρρηξις
breaking

ShortDef

breaking

Debugging

Headword:
παράρρηξις
Headword (normalized):
παράρρηξις
Headword (normalized/stripped):
παραρρηξις
IDX:
66132
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-66133
Key:

Data

{'content': 'breaking'}