Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

παράπυξος
παραπωλέω
παραπωμάζω
παραρθρέω
παράρθρημα
παράρθρησις
παραριθμέω
παραρίθμησις
παραρπάζω
παραρραθυμέω
παραρραίνω
παραρράπτομαι
παραρρέγχω
παραρρέω
παραρρήγνυμι
παράρρηξις
παράρρησις
παραρρητός
παραρριγόω
παραρρινάω
παραρρίπτω
View word page
παραρραίνω
sprinkle in passing

ShortDef

sprinkle in passing

Debugging

Headword:
παραρραίνω
Headword (normalized):
παραρραίνω
Headword (normalized/stripped):
παραρραινω
IDX:
66127
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-66128
Key:

Data

{'content': 'sprinkle in passing'}