Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἀνάτασις
ἀνατάσσω
ἀνατατικός
ἀνατεί
ἀνατείνω
ἀνατειχίζω
ἀνατειχισμός
ἀνατέλλω
ἀνατέμνω
ἀνατεταμένως
ἀνατήκω
ἀνάτηξις
ἀνατί
ἀνατίθημι
ἀνατίκτω
ἀνατιμάω
ἀνατιναγμός
ἀνατινάσσω
ἀνατιταίνω
ἀνατιτράω
ἀνάτλημα
View word page
ἀνατήκω
melt
ShortDef
melt
Debugging
Headword:
ἀνατήκω
Headword (normalized):
ἀνατήκω
Headword (normalized/stripped):
ανατηκω
IDX:
6611
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-6612
Key:
Data
{'content': 'melt'}