Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

παραπρολέγω
παραπρονοέω
παραπροσδέχομαι
παραπροσέχω
παραπροσποιέομαι
παραπροσποίησις
παραπροστάτης
παραπροσωπίς
παραπροχέομαι
παραπρυτανεύω
παραπρύτανις
παραπταίω
παραπτερυγίζω
παράπτομαι
παραπτύω
παράπτωμα
παράπτωσις
παραπύημα
παραπύθια
παραπυΐσκω
παραπύλιον
View word page
παραπρύτανις
colleague

ShortDef

colleague

Debugging

Headword:
παραπρύτανις
Headword (normalized):
παραπρύτανις
Headword (normalized/stripped):
παραπρυτανις
IDX:
66106
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-66107
Key:

Data

{'content': 'colleague'}