Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀνασωφρονίζω
ἀνατάκται
ἀνάταξις
ἀναταράσσω
ἀνάτασις
ἀνατάσσω
ἀνατατικός
ἀνατεί
ἀνατείνω
ἀνατειχίζω
ἀνατειχισμός
ἀνατέλλω
ἀνατέμνω
ἀνατεταμένως
ἀνατήκω
ἀνάτηξις
ἀνατί
ἀνατίθημι
ἀνατίκτω
ἀνατιμάω
ἀνατιναγμός
View word page
ἀνατειχισμός
a rebuilding of the walls

ShortDef

a rebuilding of the walls

Debugging

Headword:
ἀνατειχισμός
Headword (normalized):
ἀνατειχισμός
Headword (normalized/stripped):
ανατειχισμος
IDX:
6607
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-6608
Key:

Data

{'content': 'a rebuilding of the walls'}