Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

παραπλήρωσις
παραπλησιάζω
παραπλήσιος
παραπλήσσω
παραπλόκαμος
παραπλοκή
παράπλοος
παράπλωμα
παραπνέω
παραπνοή
παραποδίζω
παραπόδιος
παραποδισμός
παραποδιστός
παραποδύομαι
παραποιέω
παραποίησις
παραπολαύω
παραπόλλυμι
παραπολύ
παραπομένω
View word page
παραποδίζω
to entangle the feet

ShortDef

to entangle the feet

Debugging

Headword:
παραποδίζω
Headword (normalized):
παραποδίζω
Headword (normalized/stripped):
παραποδιζω
IDX:
66066
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-66067
Key:

Data

{'content': 'to entangle the feet'}