Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
παραπικρασμός
παράπικρος
παραπίμπλημι
παραπίμπραμαι
παραπιπράσκω
παραπίπτω
παραπλαγιάζω
παραπλάγιος
παραπλάζω
παράπλασμα
παραπλασμός
παραπλάσσω
παράπλαστος
παράπλεγμα
παράπλειος
παραπλεκτέον
παραπλέκω
παραπλευρίδια
παραπλεύριος
παραπλευρόω
παραπλευστέος
View word page
παραπλασμός
change of grammatical form
ShortDef
change of grammatical form
Debugging
Headword:
παραπλασμός
Headword (normalized):
παραπλασμός
Headword (normalized/stripped):
παραπλασμος
IDX:
66036
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-66037
Key:
Data
{'content': 'change of grammatical form'}