Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

παραπαφίσκω
παραπείθω
παραπειράομαι
παράπεισις
παραπειστέον
παραπειστικός
παραπελεκάομαι
παραπεμπτέος
παραπέμπω
παράπεμψις
παραπεπλεγμένως
παραπεριπατέω
παραπέρνημι
παραπέσσια
παραπέταλος
παραπετάννυμαι
παραπέτασμα
παραπέτομαι
παραπεφυλαγμένως
παράπηγμα
παραπήγνυμι
View word page
παραπεπλεγμένως
entwined

ShortDef

entwined

Debugging

Headword:
παραπεπλεγμένως
Headword (normalized):
παραπεπλεγμένως
Headword (normalized/stripped):
παραπεπλεγμενως
IDX:
66006
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-66007
Key:

Data

{'content': 'entwined'}