Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

παρανυκτερεύω
παρανυμφεύω
παράνυμφος
παρανύσσω
παράξενος
παραξέω
παραξηραίνω
παράξηρος
παράξιος
παραξιφίς
παραξοή
παραξόνιος
παραξονίτης
παραξυράω
παράξυσμα
παραξύω
παράπαγος
παράπαιγμα
παραπαίγνιον
παραπαιδαγωγέω
παραπαιδαγώγησις
View word page
παραξοή
planing down, smoothing

ShortDef

planing down, smoothing

Debugging

Headword:
παραξοή
Headword (normalized):
παραξοή
Headword (normalized/stripped):
παραξοη
IDX:
65975
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-65976
Key:

Data

{'content': 'planing down, smoothing'}