Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
πάραντα
παραντίχειρ
παρανυκτερεύω
παρανυμφεύω
παράνυμφος
παρανύσσω
παράξενος
παραξέω
παραξηραίνω
παράξηρος
παράξιος
παραξιφίς
παραξοή
παραξόνιος
παραξονίτης
παραξυράω
παράξυσμα
παραξύω
παράπαγος
παράπαιγμα
παραπαίγνιον
View word page
παράξιος
inequitable
ShortDef
inequitable
Debugging
Headword:
παράξιος
Headword (normalized):
παράξιος
Headword (normalized/stripped):
παραξιος
IDX:
65973
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-65974
Key:
Data
{'content': 'inequitable'}