Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

παρανέω
παρανηέω
παρανηνέω
παρανήτη
παρανήχομαι
παρανθέω
παρανίημι
παρανικάω
παρανίσσομαι
παρανίστημι
παρανίσχω
παρανοέω
παρανοητέον
παράνοια
παρανοίγνυμι
παρανομέω
παρανόμημα
παρανόμησις
παρανομητικός
παρανομία
παράνομος
View word page
παρανίσχω
to raise in answer

ShortDef

to raise in answer

Debugging

Headword:
παρανίσχω
Headword (normalized):
παρανίσχω
Headword (normalized/stripped):
παρανισχω
IDX:
65950
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-65951
Key:

Data

{'content': 'to raise in answer'}