Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
παραμυθητός
παραμυθία
παραμυθιακός
παραμύθιον
παραμυκάομαι
παραμύσσω
παραμφοδέω
παραμφόδισις
παράμωρος
παραναβαίνω
παραναβλαστάνω
παραναγιγνώσκω
παραναγκάζω
παρανάγνωσις
παρανάγω
παραναδύομαι
παραναθλίβω
παραναιετάω
παραναίω
παρανακλίνω
παρανακύπτω
View word page
παραναβλαστάνω
shoot
ShortDef
shoot
Debugging
Headword:
παραναβλαστάνω
Headword (normalized):
παραναβλαστάνω
Headword (normalized/stripped):
παραναβλαστανω
IDX:
65915
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-65916
Key:
Data
{'content': 'shoot'}