Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
παραμύθημα
παραμυθητέον
παραμυθητής
παραμυθητικός
παραμυθητός
παραμυθία
παραμυθιακός
παραμύθιον
παραμυκάομαι
παραμύσσω
παραμφοδέω
παραμφόδισις
παράμωρος
παραναβαίνω
παραναβλαστάνω
παραναγιγνώσκω
παραναγκάζω
παρανάγνωσις
παρανάγω
παραναδύομαι
παραναθλίβω
View word page
παραμφοδέω
go astray, make a miscalculation
ShortDef
go astray, make a miscalculation
Debugging
Headword:
παραμφοδέω
Headword (normalized):
παραμφοδέω
Headword (normalized/stripped):
παραμφοδεω
IDX:
65911
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-65912
Key:
Data
{'content': 'go astray, make a miscalculation'}