Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

παράμιλλος
παραμιμέομαι
παραμιμνῄσκομαι
παραμίμνω
παραμίξ
παραμιξολυδιάζω
παραμισθόομαι
πάραμμα
παραμονάριος
παραμονή
παραμόνιμος
παράμονος
παράμουσος
παραμπέχω
παραμπύκια
παραμπυκίζω
παραμυθέομαι
παραμύθημα
παραμυθητέον
παραμυθητής
παραμυθητικός
View word page
παραμόνιμος
staying beside

ShortDef

staying beside

Debugging

Headword:
παραμόνιμος
Headword (normalized):
παραμόνιμος
Headword (normalized/stripped):
παραμονιμος
IDX:
65894
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-65895
Key:

Data

{'content': 'staying beside'}