Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
παραμελέω
παραμεμπτέον
παραμένω
παραμεσάζω
παράμεσος
παραμετρέω
παραμέτρησις
παραμετρητής
παραμετρητικός
παραμεύομαι
παραμήκης
παραμηκύνω
παραμηρίδια
παραμηρίδιος
παραμηχανάομαι
παραμικτέον
παραμιλλάομαι
παράμιλλος
παραμιμέομαι
παραμιμνῄσκομαι
παραμίμνω
View word page
παραμήκης
oblong
ShortDef
oblong
Debugging
Headword:
παραμήκης
Headword (normalized):
παραμήκης
Headword (normalized/stripped):
παραμηκης
IDX:
65877
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-65878
Key:
Data
{'content': 'oblong'}