Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

παραλύω
παραμαίνομαι
παραμαξεύω
παραμαρμαίρω
παραμαρτάνω
παραμασήτης
παραμάχαιρον
παραμβλύνω
παραμεθίημι
παραμείβομαι
παραμείβω
παραμείγνυμι
παράμειξις
παραμελέω
παραμεμπτέον
παραμένω
παραμεσάζω
παράμεσος
παραμετρέω
παραμέτρησις
παραμετρητής
View word page
παραμείβω
to leave on one side, pass by

ShortDef

to leave on one side, pass by

Debugging

Headword:
παραμείβω
Headword (normalized):
παραμείβω
Headword (normalized/stripped):
παραμειβω
IDX:
65864
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-65865
Key:

Data

{'content': 'to leave on one side, pass by'}