Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

παραλουργίς
παραλοφία
παραλοχίζω
παράλπιος
παραλυκίζω
παραλυπέω
παράλυπρος
παράλυσις
παραλυτέον
παραλυτικός
παραλυτρόομαι
παραλύω
παραμαίνομαι
παραμαξεύω
παραμαρμαίρω
παραμαρτάνω
παραμασήτης
παραμάχαιρον
παραμβλύνω
παραμεθίημι
παραμείβομαι
View word page
παραλυτρόομαι
to be ransomed

ShortDef

to be ransomed

Debugging

Headword:
παραλυτρόομαι
Headword (normalized):
παραλυτρόομαι
Headword (normalized/stripped):
παραλυτροομαι
IDX:
65853
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-65854
Key:

Data

{'content': 'to be ransomed'}