Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

παραλουργής
παραλουργίς
παραλοφία
παραλοχίζω
παράλπιος
παραλυκίζω
παραλυπέω
παράλυπρος
παράλυσις
παραλυτέον
παραλυτικός
παραλυτρόομαι
παραλύω
παραμαίνομαι
παραμαξεύω
παραμαρμαίρω
παραμαρτάνω
παραμασήτης
παραμάχαιρον
παραμβλύνω
παραμεθίημι
View word page
παραλυτικός
paralytic

ShortDef

paralytic

Debugging

Headword:
παραλυτικός
Headword (normalized):
παραλυτικός
Headword (normalized/stripped):
παραλυτικος
IDX:
65852
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-65853
Key:

Data

{'content': 'paralytic'}