Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
πάραλος
παραλοῦμαι
παραλουργής
παραλουργίς
παραλοφία
παραλοχίζω
παράλπιος
παραλυκίζω
παραλυπέω
παράλυπρος
παράλυσις
παραλυτέον
παραλυτικός
παραλυτρόομαι
παραλύω
παραμαίνομαι
παραμαξεύω
παραμαρμαίρω
παραμαρτάνω
παραμασήτης
παραμάχαιρον
View word page
παράλυσις
a loosening by the side: paralysis, palsy
ShortDef
a loosening by the side: paralysis, palsy
Debugging
Headword:
παράλυσις
Headword (normalized):
παράλυσις
Headword (normalized/stripped):
παραλυσις
IDX:
65850
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-65851
Key:
Data
{'content': 'a loosening by the side: paralysis, palsy'}