Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

παραλληλεύομαι
παραλληλία
παραλληλίζω
παραλληλισμός
παραλληλόγραμμος
παράλληλος
παραλληλότης
παραλογεία
παραλογίζομαι
παραλογισμός
παραλογιστής
παραλογιστικός
παράλογος
παράλοιπος
παραλοξαίνομαι
παράλοξος
Πάραλος
πάραλος
παραλοῦμαι
παραλουργής
παραλουργίς
View word page
παραλογιστής
one who cheats by false reckoning

ShortDef

one who cheats by false reckoning

Debugging

Headword:
παραλογιστής
Headword (normalized):
παραλογιστής
Headword (normalized/stripped):
παραλογιστης
IDX:
65833
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-65834
Key:

Data

{'content': 'one who cheats by false reckoning'}