Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

παράκρημνος
παρακρίνω
παρακριτής
παρακροάομαι
παρακρόασις
παρακροκίζω
παρακροτέω
παράκρουσις
παρακρουσιχοίνικος
παράκρουσμα
παρακρουστικός
παρακρούω
παρακρύπτω
παράκρυψις
παρακρώζω
παρακταῖος
παρακτάομαι
παρακτέον
παράκτης
παρακτικός
παράκτιος
View word page
παρακρουστικός
deceitful

ShortDef

deceitful

Debugging

Headword:
παρακρουστικός
Headword (normalized):
παρακρουστικός
Headword (normalized/stripped):
παρακρουστικος
IDX:
65745
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-65746
Key:

Data

{'content': 'deceitful'}