Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
παρακολούθησις
παρακολουθητέον
παρακολουθητικός
παρακολυμβάω
παρακομιδή
παρακομίζω
παρακομιστής
παράκομμα
παράκομος
παρακονάω
παρακονίασις
παρακονιάω
παρακοντίζω
παρακοπή
παράκοπος
παρακοπτικός
παρακόπτω
παρακορέω
παράκοσμος
παρακοτέω
παράκουσις
View word page
παρακονίασις
whitewashing
ShortDef
whitewashing
Debugging
Headword:
παρακονίασις
Headword (normalized):
παρακονίασις
Headword (normalized/stripped):
παρακονιασις
IDX:
65715
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-65716
Key:
Data
{'content': 'whitewashing'}