Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

παρακοίμησις
παρακοιμητής
παρακοιμίζω
παρακοινάομαι
παρακοινάω
παρακοιτέω
παρακοίτης
παράκοιτις
παρακολλάω
παρακόλλημα
παρακόλλησις
παρακολλητικός
παράκολλος
παρακολουθέω
παρακολούθημα
παρακολούθησις
παρακολουθητέον
παρακολουθητικός
παρακολυμβάω
παρακομιδή
παρακομίζω
View word page
παρακόλλησις
glueing

ShortDef

glueing

Debugging

Headword:
παρακόλλησις
Headword (normalized):
παρακόλλησις
Headword (normalized/stripped):
παρακολλησις
IDX:
65700
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-65701
Key:

Data

{'content': 'glueing'}