Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀναστομωτέον
ἀναστομωτήριος
ἀναστοφάγος
ἀναστράπτω
ἀναστρατεύω
ἀναστρατοπεδεία
ἀναστρατοπεδεύω
ἀνάστρεμμα
ἀναστρεπτέον
ἀναστρέφω
ἀναστρολόγητος
ἄναστρος
ἀναστροφάδην
ἀναστροφή
ἀναστρόφιος
ἀναστρόφισμα
ἀναστρόφως
ἀναστρώννυμι
ἀναστρωφάω
ἀνασύνταξις
ἀνασυντάσσω
View word page
ἀναστρολόγητος
ignorant of astrology

ShortDef

ignorant of astrology

Debugging

Headword:
ἀναστρολόγητος
Headword (normalized):
ἀναστρολόγητος
Headword (normalized/stripped):
αναστρολογητος
IDX:
6569
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-6570
Key:

Data

{'content': 'ignorant of astrology'}