Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

παρακνάομαι
παρακνήμιον
παρακνημόομαι
παρακοή
παρακοιμάομαι
παρακοίμησις
παρακοιμητής
παρακοιμίζω
παρακοινάομαι
παρακοινάω
παρακοιτέω
παρακοίτης
παράκοιτις
παρακολλάω
παρακόλλημα
παρακόλλησις
παρακολλητικός
παράκολλος
παρακολουθέω
παρακολούθημα
παρακολούθησις
View word page
παρακοιτέω
to keep watch beside

ShortDef

to keep watch beside

Debugging

Headword:
παρακοιτέω
Headword (normalized):
παρακοιτέω
Headword (normalized/stripped):
παρακοιτεω
IDX:
65695
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-65696
Key:

Data

{'content': 'to keep watch beside'}