Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
παρακλητικός
παράκλητος
παρακλήτωρ
παρακλιδόν
παρακλίνω
παρακλίτης
παρακλύζω
παρακμάζω
παρακμαστικός
παρακμή
παρακνάομαι
παρακνήμιον
παρακνημόομαι
παρακοή
παρακοιμάομαι
παρακοίμησις
παρακοιμητής
παρακοιμίζω
παρακοινάομαι
παρακοινάω
παρακοιτέω
View word page
παρακνάομαι
rub against
ShortDef
rub against
Debugging
Headword:
παρακνάομαι
Headword (normalized):
παρακνάομαι
Headword (normalized/stripped):
παρακναομαι
IDX:
65685
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-65686
Key:
Data
{'content': 'rub against'}