Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

παρακλέπτω
παράκλησις
παρακλητέος
παρακλητεύω
παρακλητικός
παράκλητος
παρακλήτωρ
παρακλιδόν
παρακλίνω
παρακλίτης
παρακλύζω
παρακμάζω
παρακμαστικός
παρακμή
παρακνάομαι
παρακνήμιον
παρακνημόομαι
παρακοή
παρακοιμάομαι
παρακοίμησις
παρακοιμητής
View word page
παρακλύζω
submerge

ShortDef

submerge

Debugging

Headword:
παρακλύζω
Headword (normalized):
παρακλύζω
Headword (normalized/stripped):
παρακλυζω
IDX:
65681
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-65682
Key:

Data

{'content': 'submerge'}