Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

παρακινδύνευσις
παρακινδυνευτέον
παρακινδυνευτικός
παρακινδυνεύω
παρακίνδυνος
παρακινέω
παρακίνημα
παρακινηματικός
παρακίνησις
παρακινητικός
παρακίρναμαι
παρακίω
παρακλαίω
παρακλάομαι
παράκλασις
παρακλαυσίθυρον
παρακλείδιος
παρακλείω
παρακλέπτω
παράκλησις
παρακλητέος
View word page
παρακίρναμαι
to be mixed with

ShortDef

to be mixed with

Debugging

Headword:
παρακίρναμαι
Headword (normalized):
παρακίρναμαι
Headword (normalized/stripped):
παρακιρναμαι
IDX:
65663
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-65664
Key:

Data

{'content': 'to be mixed with'}