Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

παράκαυσις
παράκειμαι
παρακειμένως
παρακεκαλυμμένως
παρακεκινδυνευμένως
παρακεκομμένως
παρακέλευμα
παρακελεύομαι
παρακέλευσις
παρακελευσματικός
παρακελευσμός
παρακελευστέον
παρακελευστής
παρακελευστικός
παρακελευστός
παρακελητίζω
παρακέλομαι
παρακενόω
παρακεντέω
παρακέντημα
παρακέντησις
View word page
παρακελευσμός
cheering on, exhorting

ShortDef

cheering on, exhorting

Debugging

Headword:
παρακελευσμός
Headword (normalized):
παρακελευσμός
Headword (normalized/stripped):
παρακελευσμος
IDX:
65635
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-65636
Key:

Data

{'content': 'cheering on, exhorting'}