Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀνάστημα
ἀναστηρίζω
ἀναστοιχειόω
ἀναστοιχείωσις
ἀναστοιχειωτικός
ἀναστολή
ἀναστομόω
ἀναστόμωσις
ἀναστομωτέον
ἀναστομωτήριος
ἀναστοφάγος
ἀναστράπτω
ἀναστρατεύω
ἀναστρατοπεδεία
ἀναστρατοπεδεύω
ἀνάστρεμμα
ἀναστρεπτέον
ἀναστρέφω
ἀναστρολόγητος
ἄναστρος
ἀναστροφάδην
View word page
ἀναστοφάγος
not eating the ναστός

ShortDef

not eating the ναστός

Debugging

Headword:
ἀναστοφάγος
Headword (normalized):
ἀναστοφάγος
Headword (normalized/stripped):
αναστοφαγος
IDX:
6561
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-6562
Key:

Data

{'content': 'not eating the ναστός'}