Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

παρακατακλίνω
παρακαταλέγομαι
παρακαταλείπω
παρακαταλέχομαι
παρακαταλογή
παρακαταπήγνυμι
παρακατάσχεσις
παρακατατίθημι
παρακαταχράομαι
παρακάτειμι
παρακατεσθίω
παρακατέχω
παρακατοικίζω
παρακατορύσσω
παρακαττύω
παρακάτω
παρακαυλίζω
παράκαυσις
παράκειμαι
παρακειμένως
παρακεκαλυμμένως
View word page
παρακατεσθίω
eat with

ShortDef

eat with

Debugging

Headword:
παρακατεσθίω
Headword (normalized):
παρακατεσθίω
Headword (normalized/stripped):
παρακατεσθιω
IDX:
65618
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-65619
Key:

Data

{'content': 'eat with'}