Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

παρακαταθήκη
παρακαταθνῄσκω
παρακατάκειμαι
παρακατακλίνω
παρακαταλέγομαι
παρακαταλείπω
παρακαταλέχομαι
παρακαταλογή
παρακαταπήγνυμι
παρακατάσχεσις
παρακατατίθημι
παρακαταχράομαι
παρακάτειμι
παρακατεσθίω
παρακατέχω
παρακατοικίζω
παρακατορύσσω
παρακαττύω
παρακάτω
παρακαυλίζω
παράκαυσις
View word page
παρακατατίθημι
deposit property with

ShortDef

deposit property with

Debugging

Headword:
παρακατατίθημι
Headword (normalized):
παρακατατίθημι
Headword (normalized/stripped):
παρακατατιθημι
IDX:
65615
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-65616
Key:

Data

{'content': 'deposit property with'}