Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
παρακαθίστημι
παρακαίριος
παράκαιρος
παρακαίω
παρακακόω
παρακαλέω
παρακαλπάζω
παρακάλυμμα
παρακαλύπτω
παρακαμμύω
παρακάμπτω
παρακανθίζω
παρακαταβαίνω
παρακαταβάλλω
παρακατάβασις
παρακαταβολή
παρακαταζεύγνυμι
παρακαταθάπτω
παρακαταθετέον
παρακαταθήκη
παρακαταθνῄσκω
View word page
παρακάμπτω
bend aside
ShortDef
bend aside
Debugging
Headword:
παρακάμπτω
Headword (normalized):
παρακάμπτω
Headword (normalized/stripped):
παρακαμπτω
IDX:
65596
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-65597
Key:
Data
{'content': 'bend aside'}