Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
παραθριγκίζω
παραθρῴσκω
παραθυμιάω
παραθύρα
παραθυρίς
παράθυρος
παραιβαδόν
παραιβάτης
παραιγιαλίτης
παραίθεναρ
παραιθύσσω
παραίνεμα
παραίνεσις
παραινετέον
παραινετήρ
παραινέτης
παραινετικός
παραινέω
παραινίττομαι
παραιολίζω
παραίρεσις
View word page
παραιθύσσω
to move
ShortDef
to move
Debugging
Headword:
παραιθύσσω
Headword (normalized):
παραιθύσσω
Headword (normalized/stripped):
παραιθυσσω
IDX:
65545
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-65546
Key:
Data
{'content': 'to move'}