Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

παραζώννυμι
παράζωσμα
παραθαλάσσιος
παραθάλλω
παραθάλπω
παραθάπτω
παραθαρσύνω
παραθεάομαι
παραθέλγω
παράθεμα
παραθεμιστεύω
παραθερίζω
παραθερμαίνω
παράθερμος
παραθέσιμος
παράθεσις
παραθετέον
παραθέτης
παραθέω
παραθεωρέω
παραθεώρησις
View word page
παραθεμιστεύω
transgress a law

ShortDef

transgress a law

Debugging

Headword:
παραθεμιστεύω
Headword (normalized):
παραθεμιστεύω
Headword (normalized/stripped):
παραθεμιστευω
IDX:
65506
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-65507
Key:

Data

{'content': 'transgress a law'}