Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

παραζητέω
παραζυγή
παράζυξ
παραζῶ
παραζωγραφέω
παραζώνη
παραζωνίδιον
παραζώννυμι
παράζωσμα
παραθαλάσσιος
παραθάλλω
παραθάλπω
παραθάπτω
παραθαρσύνω
παραθεάομαι
παραθέλγω
παράθεμα
παραθεμιστεύω
παραθερίζω
παραθερμαίνω
παράθερμος
View word page
παραθάλλω
grow beside

ShortDef

grow beside

Debugging

Headword:
παραθάλλω
Headword (normalized):
παραθάλλω
Headword (normalized/stripped):
παραθαλλω
IDX:
65499
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-65500
Key:

Data

{'content': 'grow beside'}