Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

παράδοσις
παραδοτέος
παραδοτός
παραδοχή
παραδοχικός
παραδόχιμος
παραδράω
παραδρομάδην
παράδρομαξ
παραδρομή
παραδρομίς
παράδρομος
παραδρύπτω
παραδυναστεύω
παραδύομαι
παράδυσις
παραδύω
παραδωσείω
παραείδω
παραείρω
παραέξομαι
View word page
παραδρομίς
place for taking the air

ShortDef

place for taking the air

Debugging

Headword:
παραδρομίς
Headword (normalized):
παραδρομίς
Headword (normalized/stripped):
παραδρομις
IDX:
65473
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-65474
Key:

Data

{'content': 'place for taking the air'}