Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
παραδοξότης
παραδόσιμος
παράδοσις
παραδοτέος
παραδοτός
παραδοχή
παραδοχικός
παραδόχιμος
παραδράω
παραδρομάδην
παράδρομαξ
παραδρομή
παραδρομίς
παράδρομος
παραδρύπτω
παραδυναστεύω
παραδύομαι
παράδυσις
παραδύω
παραδωσείω
παραείδω
View word page
παράδρομαξ
mantle, wrap
ShortDef
mantle, wrap
Debugging
Headword:
παράδρομαξ
Headword (normalized):
παράδρομαξ
Headword (normalized/stripped):
παραδρομαξ
IDX:
65471
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-65472
Key:
Data
{'content': 'mantle, wrap'}